economy
Στουρνάρας: Πώς διαχειρίστηκαν οι τράπεζες τα κόκκινα δάνεια – Οι μελλοντικές προκλήσεις

Tην εμπειρία του σχετικά με την αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων στην Ελλάδα, μετέφερε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στο Συνέδριο “NPL Meeting 2024 – Step Forward” της Banca Ifis στη Λίμνη Como, ενώ σκιαγράφησε εκτός άλλων τις κυριότερες μελλοντικές προκλήσεις για το τραπεζικό σύστημα της ευρωζώνης. Παράλληλα, σημείωσε ότι παρά τη μέχρι τώρα πρόοδο, δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού, καθώς εξακολουθούν να υφίστανται κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Τόνισε ότι οι εποπτικές αρχές καλούνται να διασφαλίσουν ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα λαμβάνουν συνετές επιχειρηματικές αποφάσεις, διαθέτουν επαρκή κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας και αποθέματα ρευστότητας και εφαρμόζουν τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα διακυβέρνησης. Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι οι αρχές μακροπροληπτικής εποπτείας θα πρέπει να διατηρήσουν σε ισχύ τις απαιτήσεις τήρησης κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας, με στόχο την αύξηση της ανθεκτικότητας του συστήματος. Μια από τις χειρότερες υφέσεις Όπως εξήγησε ο κ. Στουρνάρας, όλη την προηγούμενη δεκαετία η Ελλάδα δοκιμάστηκε σκληρά από μια σοβαρή οικονομική κρίση, η οποία οδήγησε σε μείωση του ΑΕΠ κατά 25% περίπου, ενώ επηρέασε αρνητικά την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού όλων των ελληνικών τραπεζών. Μάλιστα την χαρακτήρισε μια από τις χειρότερες υφέσεις στη μεταπολεμική οικονομική ιστορία παγκοσμίως. Τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (ΜΕΔ), τόνισε ο κ. Στουρνάρας, έφθασαν να αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη κατηγορία ενεργητικού των τραπεζών στην Ελλάδα ‒ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθώς και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, περίπου τα 2/3 των δανειοληπτών βρίσκονταν σε αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους στην οξύτερη φάση της κρίσης. Ωστόσο, εξήγησε ότι σήμερα η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική, καθώς οι τράπεζες έχουν καταφέρει να μειώσουν το δείκτη ΜΕΔ τους σε ποσοστό ελάχιστα άνω του 5% (το οποίο είναι πιο κοντά στο μέσο όρο της ΕΕ) χάρη σε ένα συνδυασμό μέτρων, ιδίως αξιοποιώντας το πρόγραμμα

entypos © 2015–2024